Ποια είναι η ακριβής ημερομηνία Γέννησης του Χριστού μέχρι σήμερα δεν το γνωρίζουμε.  Τα πρώτα χριστιανικά χρόνια η γέννηση του Χριστού δεν αποτελούσε ιδιαίτερη γιορτή και οι χριστιανοί την γιόρταζαν μαζί με τη βάφτιση στις 6 Ιανουαρίου.

Μάλιστα σύμφωνα με την παράδοση πρώτος ο Μέγας Βασίλειος στην Καισάρεια της Καππαδοκίας το έτος 376 μ.Χ εκφώνησε την πρώτη ομιλία για τη γιορτή των Χριστουγέννων.

Νωρίτερα πάντως το 354 μ.Χ μετά από πολλές αντιρρήσεις ορίστηκε στη Ρώμη επί Πάπα Ιουλίου Α’ σαν ημέρα γέννησης του Χριστού η 25η Δεκεμβρίου για τον εξής λόγο: Η ημέρα ήταν καθιερωμένη από τους Ρωμαίους σαν ημέρα γέννησης του Περσικού θεού Μίθρα.

Μέχρι τον 7ο – 8ο αιώνα δεν έβρισκαν ησυχία με τέτοια ζητήματα, για παράδειγμα: ο Επιφάνιος (315 – 403) είχε προτείνει την 6η Ιανουαρίου ως ημέρα γέννησης του Χριστού, ενώ ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (ο σημαντικότερος θεολόγος του β΄αιων.) είχε προτείνει τη 18η Νοεμβρίου. Αξιοσημείωτη λεπτομέρεια είναι ότι πρώτα προσδιορίστηκε η ημερομηνία της γέννησης του Χριστού (25 Δεκεμβρίου) και στη συνέχεια ορίστηκε η ημερομηνία της γιορτής της σύλληψης του Θεανθρώπου, ακριβώς εννέα μήνες νωρίτερα (Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, 25 Μαρτίου).

Πως όμως επικράτησαν κάποια έθιμα και συνδέθηκαν με τα Χριστούγεννα, είναι θέματα που  με την βοήθεια του διαδικτύου  τα βρήκαμε και σας τα παραθέτουμε.

Χριστουγεννιάτικο δένδρο

Το χριστουγεννιάτικο δένδρο καθιερώθηκε τον 8ο αιώνα από τον Άγιο Βονιφάτιο (672- 754), ο οποίος διαδίδοντας τον Χριστιανισμό στους Γερμανούς, έπρεπε να αντικαταστήσει τις δοξασίες των γηγενών πληθυσμών. Συγκεκριμένα, οι αρχαίοι Γερμανοί λάτρευαν τον ιερό δρυ (: βελανιδιά) και ο Βονιφάτιος τους τον αντικατέστησε με το χριστουγεννιάτικο έλατο.

Το πρώτο Χριστουγεννιάτικο δένδρο στην Ελλάδα στολίστηκε το 1833 στο Ναύπλιο, έξω από το σπίτι του Όθωνα. Στη συνέχεια, όταν η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στην Αθήνα, η οικία του Όθωνα (ακόμα δεν υπήρχαν ανάκτορα) ήταν το μοναδικό στολισμένο σπίτι στην Αθήνα.

Τα μελομακάρονα

Είναι εύκολο να συνδυάσουμε την ετυμολογία του χριστουγεννιάτικου παραδοσιακού γλυκίσματος, του μελομακάρονου, από τις λέξεις μέλι + μακαρόνι . Μην ψάξετε, όμως, να βρείτε ομοιότητα σχήματος ανάμεσα στα μακαρόνια και τα μελομακάρονα. Ψάχνοντας προσεκτικά σε ελληνικά και ξένα λεξικά θα βρείτε την εκδοχή ότι η λέξη “μακαρόνι” παράγεται από τη μεσ. ελληνική λέξη “μακαρωνία” (: νεκρώσιμο δείπνο με βάση τα ζυμαρικά). Η μακαρωνία με τη σειρά της έρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη “μακαρία”, που δεν ήταν άλλο από την ψυχόπιτα, δηλαδή, ένα κομμάτι άρτου, στο σχήμα του μελομακάρονου, το οποίο το προσέφεραν μετά την κηδεία. Στους νεότερους χρόνους ένα γλύκισμα που έμοιαζε με τη μακαρία βουτήχτηκε στο μέλι και γι αυτό ονομάστηκε μελομακάρονο.

Τα καρύδια

Tα καρύδια είναι ένα παραδοσιακό ομαδικό παιχνίδι που παίζουν τα παιδιά. Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν ως εξής: Κάποιο παιδί χαράζει στο χώμα μια ευθεία γραμμή. Πάνω σ’ αυτή, κάθε παίκτης βάζει κι από ένα καρύδι στη σειρά. Μετά, ο κάθε παίκτης με τη σειρά του και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή των καρυδιών, σημαδεύει σκυφτός, και με το μεγαλύτερο και το πιο στρογγυλό καρύδι του, κάποιο άλλο καρύδι. Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας κάποιο άλλο καρύδι. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίκτης. Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να βγουν από τη γραμμή όλα τα καρύδια.

Tο αναμμένο πουρνάρι

Όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν, οι βοσκοί να προσκυνήσουν, ήταν νύχτα σκοτεινή. Βρήκαν κάπου ένα ξερό πουρνάρι κι έκοψαν τα κλαδιά του. Πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές και τριξίματα και κρότους. Από τότε, λοιπόν, στα χωριά της Άρτας, όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να πει τα χρόνια πολλά, καθώς και όλα τα παιδιά τα παντρεμένα, που θα πάνε στο πατρικό τους, για να φιλήσουν το χέρι του πατέρα και της μάνας τους, να κρατούν ένα κλαρί πουρνάρι, ή ό,τι άλλο δεντρικό που καίει τρίζοντας.

Το τάισμα της βρύσης

Οι κοπέλες, τα χαράματα των Χριστουγέννων, αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση “για να κλέψουν το άκραντο νερό” (άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ’ όλη τη διαδρομή). Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Για να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την “ταΐζουν”, με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα ήταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, “κλέβουν νερό” και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.

Η Γουρουνοχαρά

Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα σε πολλές περιοχές της Ελλάδος και της Θεσσαλίας είναι η γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά.

Λέγεται πως, οι οικογένειες αγόραζαν το γουρούνι, από το μήνα Μάιο και το συντηρούσαν με κολοκύθια και πίτυρα, σε νερό, είτε στο ποτάμι. Το γουρούνι ήταν απαραίτητο για ένα αγροτικό σπίτι, καθώς από το γουρούνι έπαιρναν τη λίπα, το κρέας, τα λουκάνικα κι έφτιαχναν τα γουρνοτσάρουχα. Αποτελούσε ντροπή για το σπίτι εκείνο, που δεν είχε γουρούνι, καθώς θεωρούνταν παρακατιανό, φτωχό κι ανοικοκύρευτο.

Το Χριστόψωμο

Το «Ψωμί του Χριστού», όπως λέει και το όνομά του το έφτιαχναν οι νοικοκυρές την Παραμονή των Χριστουγέννων, με ευλάβεια και ειδική μαγιά. Επάνω χάραζαν οπωσδήποτε το σταυρό και γύρω – γύρω έφτιαχναν διάφορα σχέδια και στολίδια με ζυμάρι. Την ημέρα των Χριστουγέννων, ο νοικοκύρης του σπιτιού, αφού σταύρωνε τα Χριστόψωμο το έκοβε σε κομμάτια και το μοίραζε στα μέλη της οικογένειας.

Το κυνήγι

Στα χωριά Μάνης κατά τη διάρκεια της σαρακοστής των Χριστουγέννων τα παιδιά βγαίναν για κυνήγι τα βράδια, εφοδιασμένα με φακούς με καινούργια “πλάκα” και γυρίζανε στα χαλάσματα και σε σπήλαια με στόχο τους γουργουγιάννηδες, τα μικρά πουλάκια που κούρνιαζαν εκεί. Τα θαμπώνανε με το φακό και τα πιάνανε. Στη συνέχεια τα πήγαιναν στο σπίτι όπου οι νοικοκυρές τα καθάριζαν και τα πάστωναν, τα βάζανε σε πήλινα ή γυάλινα βάζα και τα έτρωγαν τα Χριστούγεννα.

Ο χοίρος των Χριστουγέννων

Στην Κρήτη παλιότερα ήταν έθιμο να μεγαλώνει κάθε οικογένεια στο χωριό ένα γουρούνι, το «χοίρο», όπως το έλεγαν. Ο χοίρος σφάζονταν την παραμονή των Χριστουγέννων κι ήταν το κύριο Χριστουγεννιάτικο έδεσμα. Την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, οι χωρικοί έκοβαν το κρέας του χοίρου και έφτιαχναν λουκάνικα, απάκια, πηχτή, σύγλινα, ομαθιές, και τσιγαρίδες.

Αναπαράσταση της φάτνης στα Χανιά

Στην σπηλιά του Αϊ Γιάννη στην Μαραθοκεφάλα Κισάμου την παραμονή των Χριστουγέννων τελείται Αρχιερατική θεία λειτουργία. Το σπήλαιο πήρε το όνομά του από τη διαμονή και την εκκλησία του Αγίου που βρίσκεται μέσα στο σπήλαιο. Φωτεινό και μεγαλόπρεπο, πανάρχαιο και επιβλητικό έχει χωρητικότητα 3000-4000 ατόμων και τη σπάνια θέα στο κάμπο του Κολυμβαρίου. Εδώ και μερικά χρόνια, στο σπήλαιο του Αγίου Ιωάννη, καθιερώθηκε να γίνεται η παραδοσιακή αναπαράσταση της γεννήσεως του Χριστού.

Το χριστουγεννιάτικο ψωμί

Το φτιάχνουν οι γυναίκες με ιδιαίτερη φροντίδα και υπομονή. Το ζύμωμα είναι μια ιεροτελεστία . Χρησιμοποιούν ακριβά υλικά , ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι , ροδόνερο , μέλι , σουσάμι , κανέλα και γαρίφαλα, λέγοντας: “Ο Χριστός γεννιέται , το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει.” Πλάθουν το ζυμάρι και παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες απ΄ τη ζύμη. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι. Στην υπόλοιπη επιφάνεια σχεδιάζουν σχήματα με το μαχαίρι ή με το πιρούνι, όπως λουλούδια , φύλλα, καρπούς, πουλάκια

«Ρουγκάτσια»

Στο Πύθιο του Έβρου τα μικρά παιδιά έβγαιναν στους δρόμους του χωριού για να πουν τα “κόλιαντα” μια μέρα νωρίτερα από την παραμονή των Χριστουγέννων, δηλαδή στις 23 Δεκεμβρίου. Τα αγοράκια, από νωρίς το πρωί, ξεχύνονταν στα σοκάκια του χωριού και φώναζαν: ” Kόλιντα,μπάμπου τσικ,τσικ,τσικ …;.” Ανήμερα τα Χριστούγεννα τα παλικάρια του χωριού χωρίζονταν σε μικρές ομάδες και γύριζαν όλα τα σπίτια. Τα Ρουγκάτσια, δηλαδή οι παρέες των παλικαριών, όταν έμπαιναν στο σπίτι κάθονταν, όπου τους έβαζαν οι νοικοκυραίοι, και τραγουδούσαν εναλλάξ δυο-δυο το παραπάνω τραγούδι. Κι αυτό για να “ξεκουράζουν” τη φωνή τους. Γιατί το τραγούδι ήταν πολύ μεγάλο, χωρίς ενδιάμεσα “ξεκουράσματα”, και θα δυσκολεύονταν να τα βγάλουν πέρα. Εξάλλου έπρεπε να τραγουδήσουν σε πολλά σπίτια και μέχρι αργά το βράδυ της μέρας των Χριστουγέννων. Όταν θα ‘ρχονταν τα Ρουγκάτσια στο σπίτι έπρεπε όλα τα μέλη της οικογένειας να βρίσκονται εκεί. Σπίτι κλειστό τα Ρουγκάτσια δεν έπρεπε να βρουν.

“Χριστόκλουρα”

Οι γυναίκες των Σαρακατσάνων στη Θράκη συνήθιζαν να ζυμώνουν και να φτιάχνουν τη “Χριστόκλουρα”, η οποία είναι κεντημένη. Τα κεντήματα στη “Χριστόκλουρα” αναπαριστούν πρόβατα, άλογα, τη στάνη, τη στρούγκα και άλλα στοιχεία του παλαιού καθημερινού τους βίου. Τη “Χριστόκλουρα” την τρώνε όλοι μαζί με μέλι, περιμένοντας τη γέννηση του Χριστού. Στο τραπέζι των Θρακιωτών ακόμη και σήμερα, το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, βρίσκονται εννέα διαφορετικά τρόφιμα, που το καθένα συμβολίζει στιγμές της καθημερινότητας.

Το έθιμο των Μπαμουσιαραίων

Το έθιμο των Μπαμουσιαραίων στο Ρήγιο της επαρχίας Διδυμοτείχου αναβιώνει τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων. Δύο παλικάρια μεταμφιέζονται το ένα σε μπαμπουσιάρο και το άλλο σε γυναίκα του μπαμπούσιαρου. Το πρώτο φορά μια νεροκολοκύθα στο πρόσωπο με τρύπες στα μάτια και στο στόμα, προβιές προβάτων και κρεμά στη μέση κουδούνια και στη ζώνη του ένα μεγάλο μαχαίρι. Ζουρνατζήτδες ή γκαϊντατζήδες συνοδεύουν το ζευγάρι καθώς και ένα νταουλτζή. Η άγρια και χαρακτηριστική μουσική των οργανοπαιχτών ξεσηκώνει όλο το χωριό.

Οι μωμόγεροι

Η λαϊκή φαντασία οργιάζει στην κυριολεξία σχετικά με τους καλικάντζαρους, που βρίσκουν την ευκαιρία να αλωνίσουν τον κόσμο από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, τότε δηλαδή που τα νερά είναι “αβάφτιστα”. Η όψη τους τρομακτική, οι σκανδαλιές τους απερίγραπτες και ο μεγάλος φόβος τους η φωτιά. Στις περιοχές της Μακεδονίας, Θράκης και Θεσσαλίας εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους. Οι μεταμφιεσμένοι, που λέγονται Μωμόγεροι, Ρογκάτσια ή Ρογκατσάρια, φοράνε τομάρια ζώων (λύκων, τράγων κ.λ.π.) ή ντύνονται με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά. Γυρίζουν στο χωριό τους ή στα γειτονικά χωριά, τραγουδούν και μαζεύουν δώρα. Όταν συναντηθούν δυο παρέες κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.

Και του χρόνου με υγεία.  

Θα χαρούμε να δούμε τα σχόλια σας